Tuesday, July 8, 2014

Ο όμορφος και ευγενής Luis Cernuda (3 ποιήματα)

Contigo

¿Mi tierra?
Mi tierra eres tú.

¿Mi gente?
Mi gente eres tú.

El destierro y la muerte
para mi están adonde
no estés tú.

¿Y mi vida?
Dime, mi vida,
¿qué es, si no eres tú?

----

Μαζί σου

Η γη μου;
Η γη μου είσαι εσύ.

Ο κόσμος μου;
Ο κόσμος μου είσαι εσύ.

Η εξορία και ο θάνατος
για μένα βρίσκονται
εκεί που δεν βρίσκεσαι εσύ.

Και η ζωή μου;
Πες μου, η ζωή μου,
τι είναι, αν δεν είσαι εσύ;
------------------------------------------------------------------------------

Si el hombre pudiera decir lo que ama

Si el hombre pudiera decir lo que ama,
si el hombre pudiera levantar su amor por el cielo
como una nube en la luz;
si como muros que se derrumban,
para saludar la verdad erguida en medio,
pudiera derrumbar su cuerpo,
dejando sólo la verdad de su amor,
la verdad de sí mismo,
que no se llama gloria, fortuna o ambición,
sino amor o deseo,
yo sería aquel que imaginaba;
aquel que con su lengua, sus ojos y sus manos
proclama ante los hombres la verdad ignorada,
la verdad de su amor verdadero.

Libertad no conozco sino la libertad de estar preso en alguien
cuyo nombre no puedo oír sin escalofrío;
alguien por quien me olvido de esta existencia mezquina
por quien el día y la noche son para mí lo que quiera,
y mi cuerpo y espíritu flotan en su cuerpo y espíritu
como leños perdidos que el mar anega o levanta
libremente, con la libertad del amor,
la única libertad que me exalta,
la única libertad por que muero.

Tú justificas mi existencia:
si no te conozco, no he vivido;
si muero sin conocerte, no muero, porque no he vivido.
----

Αν ο άνθρωπος μπορούσε να ονομάσει αυτό που αγαπά

Αν ο άνθρωπος μπορούσε να ονομάσει αυτό που αγαπά
Αν ο άνθρωπος μπορούσε να υψώσει τον έρωτά του στον ουρανό
Σαν ένα σύννεφο στο φως
Αν σαν τους τοίχους που γκρεμίζονται
Για να χαιρετίσουν τη μεσίστια αλήθεια
Μπορούσε να γκρεμίσει το κορμί του
Αφήνοντας μόνο την αλήθεια του έρωτά του
Την αλήθεια του ίδιου του εαυτού
Που δεν την λένε δόξα, τύχη ή φιλοδοξία
Αλλά έρωτα ή επιθυμία
Εγώ θα ήμουν αυτός που φανταζόταν
Αυτός που με τη γλώσσα του, τα μάτια και τα χέρια του
Διαλαλεί στους ανθρώπους την αγνοημένη αλήθεια,
Την αλήθεια του αληθινού έρωτά του.

Ελευθερία άλλη δεν γνωρίζω πέρα απ’ αυτήν του να είμαι δέσμιος κάποιου
Που το όνομά του δεν μπορώ να ακούσω χωρίς να ριγήσω
Κάποιος που για χάρη του ξεχνώ τη δυστυχισμένη μου ύπαρξη
Που για χάρη του η μέρα και η νύχτα είναι για μένα οτιδήποτε θέλησα
Και το κορμί και το πνεύμα μου επιπλέουν πάνω στο κορμί και το πνεύμα του
σαν ξύλα χαμένα που η θάλασσα βυθίζει ή σηκώνει
ελεύθερα με την ελευθερία του έρωτα,
τη μόνη ελευθερία που με εξυψώνει
τη μόνη ελευθερία για την οποία πεθαίνω.

Εσύ δικαιολογείς την ύπαρξή μου:
Αν δεν σε γνωρίζω, δεν έχω ζήσει
Αν πεθάνω χωρίς να σε γνωρίσω, δεν πεθαίνω γιατί δεν έχω ζήσει.
------------------------------------------------------------------------------

Unos cuerpos son como flores

Unos cuerpos son como flores,
otros como puñales,
otros como cintas de agua;
pero todos, temprano o tarde,
serán quemaduras que en otro cuerpo se agranden,
convirtiendo por virtud del fuego a una piedra en un
hombre.

Pero el hombre se agita en todas direcciones,
sueña con libertades, compite con el viento,
hasta que un día la quemadura se borra,
volviendo a ser piedra en el camino de nadie.

Yo, que no soy piedra, sino camino
que cruzan al pasar los pies desnudos,
muero de amor por todos ellos;
les doy mi cuerpo para que lo pisen,
aunque les lleve a una ambición o a una nube,
sin que ninguno comprenda
que ambiciones o nubes
no valen un amor que se entrega.
----

Κάποια κορμιά είναι σαν λουλούδια

Κάποια κορμιά είναι σαν λουλούδια,
άλλα σαν μαχαίρια,
άλλα σαν χάρτινες κορδέλες.
Αλλά όλα, αργά ή γρήγορα,
γίνονται εγκαύματα που απλώνονται πάνω σε άλλο κορμί
που η φωτιά μετατρέπει μια πέτρα σε άνθρωπο.

Όμως ο άνθρωπος κινείται ανήσυχα προς όλες τις κατευθύνσεις
ονειρεύεται ελευθερίες, ανταγωνίζεται τον άνεμο
μέχρι που μια μέρα το έγκαυμα σβήνει
και ξαναγίνεται πέτρα στο δρόμο του κανένα.

Κι εγώ, που δεν είμαι πέτρα, αλλά δρόμος
που τον διασχίζουν στο διάβα τους γυμνά πόδια
πεθαίνω από έρωτα για όλα αυτά
τους δίνω το κορμί μου για να το ποδοπατήσουν
κι ας οδηγούνται στη φιλοδοξία ή σ’ ένα σύννεφο
χωρίς κανείς να καταλαβαίνει
ότι οι φιλοδοξίες και τα σύννεφα
δεν αξίζουν έναν έρωτα παραδομένο.

μετάφραση: ξι.


Η μετάφραση των ποιημάτων μαζί με ένα σύντομο βιογραφικό σημείωμα του ποιητή πρωτοδημοσιεύθηκαν στο τεύχος #26 του περιοδικού Vakxikon και μπορείτε να τα βρείτε εδώ: http://www.vakxikon.gr/content/view/1982/11230/lang,el/

4 comments:

Νίκος said...

Πόσο μου έχει λείψει να νιώσω....πόσο...

ξι said...

Λες και νιώθουμε αληθινά μόνο την εποχή της γάργαρης νιότης μας (τότε που ήμασταν απλοί, ανέμελοι, ακούραστοι και ανοιχτοί να δίνουμε και να παίρνουμε απλόχερα συναισθήματα...) και όσο προχωράμε στη ζωή εγκλωβιζόμαστε...

ξι.

Νίκος said...

....Ήταν η αίσθηση οτι η δύναμη μας, ξεπερνά ακόμα και τον ίδιο τον Θεο..και η αίσθηση έγινε ελπίδα...και αυτή χάθηκε μέσα στην ατέρμονη προσπάθεια...και ξαφνικά η ελπιδα έγινε βεβαιότητα...Άρνησης..οτι το να δαμάσεις και να συντονίσεις το συναίσθημα, στην στιγμή που του αξίζει είναι ακατόρθωτο...

Πες μου ξι...είναι;

ξι said...

Ξεκινάμε ανυπόμονα, αθώα, τρελά ελπιδοφόρα και πάντα σε ενεστώτα χρόνο. Και μετά, κάπου εκεί στην ανηφόρα όπου αρχίζουν να στερεύουν τα χρόνια, αρχίζουν να στερεύουν και τα ενθουσιώδη επιρρήματα, και στο τέλος μας μένουν μόνο κάτι ρήματα κι αυτά σε παρελθόντα χρόνο...
Κάπως έτσι, λέω.

Καλησπέρα,
ξι.